je baise avec un mort




ΑΝΙΚΑΝΟΙ

Εσύ και γω θα πρέπει να ‘μασταν νεκροί
Όταν βαδίσαμε πρώτη φορά στον ίδιο δρόμο.
Έπεφταν οι σάρκες μας λιωμένες στο χώμα
Και κανείς από μας δεν το παρατήρησε,
Ώσπου μια μέρα φύσηξε αέρας, πήραμε ζωή
Κι όλα τα σάπια μας σηκώθηκαν
Κολλώντας μ’ ορμή στα πρόσωπά μας.

*

ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΑΙΜΑΤΟΣ

Εγώ κι ο πρώτος μου εραστής ήμαστε ομόθρησκοι
Γιατί και οι δυο πιστεύαμε στον ίδιο θεό, Εμένα
Που το Λόγο του είχε κηρύξει εις αμφοτέρους:
«Να κατασπαράζετε τη σάρκα την παρθενική
Και να βαπτίζετε την αγνή ψυχή στο αίμα,
Γιατί ο θύτης και το θύμα ενώνονται
Μέσα απ’ τον πόνο που προκαλεί ο ένας στον άλλο».
Γι’ αυτό κι εμείς εύκολα ενωθήκαμε,
Εξαθλιώσαμε, πληγώσαμε, ορκιστήκαμε
Ποτέ ξανά να μην υπάρξει στις ζωές μας
Θάνατος απ’ τον έρωτά μας πιο αισχρός.

*

Η ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΝΕΚΡΟΛΑΓΝΕΙΑ ΜΟΥ

Βγαίνω από μέσα μου ανίερη
Ανοίγοντας μόνο τ’ απόκρυφα απ’ τα ζεύγη των χειλιών
Μήπως περάσει ηδονή μες απ’ τις γρίλιες μου
Ήλιος ρευστός που εξημερώνει το έρεβος
Του ενός που πλαγιάζει στο κρεβάτι των δύο.
Κι εσύ πέφτεις επάνω μου ξανά
Μα πια σαν την ταφόπετρα και με κλείνεις.
Και διεισδύω στο κενοτάφιό μου με λατρεία,
Σα συγγενής κάποιου αγνοουμένου
Που επισκέπτεται τον άδειο τύμβο όλο ελπίδα
Να βρεθεί ένα σώμα, έστω και νεκρό,
Για να μη δείχνει αυτός ο χώρος τόσο άδειος.



α.