[επιστολή προς
τον νομοθέτη που δημιούργησε το νόμο περί περιορισμού της προμήθειας ναρκωτικών
ουσιών από τα φαρμακεία]
Κύριε νομοθέτα
του νόμου του 1916, που επικυρώθηκε με το διάταγμα του Ιουλίου του 1917 περί
ναρκωτικών, είστε μαλάκας.
Ο νόμος σας δεν
έκανε τίποτα παρά να σπάσει λιγάκι τα νεύρα των φαρμακοποιών, χωρίς να μειώσει
τον αριθμό των τοξικομανών της χώρας, κι αυτό γιατί:
1) Ο αριθμός των τοξικομανών
που προμηθεύονται ναρκωτικά από φαρμακεία είναι αμελητέος.
2) Οι
πραγματικοί τοξικομανείς δεν προμηθεύονται ναρκωτικά από τα φαρμακεία.
3) Οι
τοξικομανείς που προμηθεύονται ναρκωτικά από τα φαρμακεία είναι όλοι τους
άρρωστοι.
4) Ο αριθμός
των άρρωστων τοξικομανών είναι αμελητέος σε σχέση με αυτόν των τοξικομανών που
κάνουν χρήση για ευχαρίστηση.
5) Οι
περιορισμοί των φαρμακείων όσον αφορά την προμήθεια ναρκωτικών δεν πρόκειται να
επηρεάσουν ποτέ τους τοξικομανείς που κάνουν χρήση για ευχαρίστηση και τους
οργανωμένους τοξικομανείς.
6) Πάντα θα
υπάρχουν έμποροι ναρκωτικών.
7) Πάντα θα
υπάρχουν τοξικομανείς που κάνουν χρήση από αδυναμία, από πάθος.
8) Οι άρρωστοι
τοξικομανείς έχουν ένα απαράβατο δικαίωμα μέσα στην κοινωνία: ν’ αφήνονται στην ησυχία τους.
Τίθεται ζήτημα
συνείδησης.
Ο νόμος περί
ναρκωτικών λύνει τα χέρια του αρμόδιου-σφετεριστή της δημόσιας υγείας στο να
διαχειρίζεται όπως θέλει τον ανθρώπινο πόνο. Πρόκειται για μια περίεργη τάση
της σύγχρονης ιατρικής, που προσπαθεί να υπαγορεύσει το τι θα λέει η συνείδηση
του καθενός.
Όλο αυτό το
μπλα μπλα του επίσημου καταστατικού δεν έχει καμιά δύναμη μπροστά σ’ αυτό που
ονομάζουμε συνείδηση: δηλαδή, ορίζω
τον πόνο μου πιο πολύ απ’ όσο ορίζω το θάνατό μου. Κάθε άνθρωπος είναι ο
κριτής, ο κατεξοχήν κριτής, του επιπέδου του σωματικού πόνου ή, απ’ την άλλη,
της πνευματικής κενότητας που μπορεί στ’ αλήθεια ν’ αντέξει.
Είτε είμαι διαυγής
είτε δεν είμαι, υπάρχει μια διαύγεια την οποία καμιά αρρώστια δεν πρόκειται να
μου στερήσει, κι αυτή είναι η διαύγεια που μου υποδεικνύει την έννοια της
ύπαρξής μου. Κι αν χάσω τη διαύγειά μου, τότε η ιατρική ένα μόνο πράγμα μπορεί
να κάνει: να μου
προσφέρει τις ουσίες που θα μου επιτρέψουν ν’ ανακτήσω τη διαύγεια αυτήν.
Εσείς, κύριοι,
που ’σαστε τα μεγάλα κεφάλια του φαρμακευτικού γίγνεσθαι της Γαλλίας, είστε ένα
μάτσο μαλακοκαύληδες. Υπάρχει κάτι που μπορείτε ν’ αναθεωρήσετε: το ότι το όπιο είναι εκείνη η αξεπέραστη και κυρίαρχη ουσία
η οποία μπορεί να ξαναδώσει ζωή στις ψυχές αυτών που είχαν την ατυχία να την
απολέσουν.
Υπάρχει μια
αρρώστια στην καταπολέμηση της οποίας το όπιο έρχεται πρώτο, κι αυτή η αρρώστια
ονομάζεται Οδύνη, οδύνη πνευματική, ιατρική, σωματική, λογική ή φαρμακευτική,
πείτε την όπως θέλετε.
Η Οδύνη που
σπρώχνει τους ανθρώπους στην τρέλα.
Η Οδύνη που
σπρώχνει τους ανθρώπους στην αυτοκτονία.
Η Οδύνη που
σπρώχνει τους ανθρώπους στην κόλαση.
Η Οδύνη που η
ιατρική δεν την αναγνωρίζει.
Η Οδύνη που ο
γιατρός σας δεν την καταλαβαίνει.
Η Οδύνη που
τσακίζει τη ζωή.
Η Οδύνη που
σφίγγει της ζωής τον ομφάλιο λώρο.
Μ’ αυτόν τον
άδικο νόμο σας δίνετε στους ανθρώπους στους οποίους δεν έχω καμία εμπιστοσύνη
(μαλάκες μεγαλογιατροί, φαρμακοποιοί του κώλου, αναξιόπιστοι δικαστές,
γιατρουδάκοι, μαμές, σχολαστικοί ερευνητές) το δικαίωμα να διαχειρίζονται οι
ίδιοι τη δική μου οδύνη, μια οδύνη που μέσα μου είναι τόσο σουβλερή όσο οι
βελόνες όλων των πυξίδων της κόλασης.
Είτε είναι απ’
το σώμα οι δονήσεις είτε απ’ την ψυχή, δεν υπάρχει ανθρώπινος σεισμογράφος που
θα επέτρεπε σ’ εκείνον που στέκεται ενώπιόν μου να κατανοήσει ακριβώς την οδύνη
μου, πέρα από μια έκλαμψη του νου μου!
Ούτε η επισφαλέστερη
ανθρώπινη επιστήμη δεν είναι ανώτερη της άμεσης γνώσης που μπορώ να έχω εγώ για
την ύπαρξή μου. Είμαι ο μοναδικός εκτιμητής αυτού που υπάρχει εντός μου.
Επιστρέψτε στ’
ανώγια σας, ιατρικά παράσιτα, κι εσείς επίσης, Κύριε Προβατένιε Νομοθέτα∙ δεν
είναι η αγάπη για την ανθρωπότητα που σας κάνει να παραληρείτε, είναι η
παράδοση στην ηλιθιότητα. Η άγνοιά σας περί του τι είναι ο άνθρωπος δεν συγκρίνεται
παρά με τη βλακεία σας να τον περιορίζετε.
Σας εύχομαι ο
νόμος σας να βρει αντίκρισμα στον πατέρα, τη μητέρα, τη σύζυγο, τα παιδιά κι
όλους σας τους απογόνους. Και τώρα πάρτε το νόμο και βάλτε τον στον κώλο σας.
Μτφρ. Α.Κ.