Οβιδίου - ΈΡΩΤΑΣ ΤΟ ΔΕΙΛΙΝΟ




Είχε καύσωνα. Η μέρα είχε περάσει μόλις από τη μεσημβρία
και τεντωνόμουν σ’ ένα ανάκλιντρο ως ν’ αλαφροκοιμηθώ.
Ένα απ’ τα παντζούρια είχε ανοίξει, έν’ άλλο ήτανε κλειστό.
Το φως ωσάν εκείνο που ‘χες δει βαθιά μέσα στο δάσος,
ή το φέγγισμα του σούρουπου, σαν εγκατέλειπε ο Φοίβος τα ουράνια,
ή όταν η νύχτα ωχριούσε και η μέρα δεν είχε ακόμα δει φως αυγινό
-τέλειο σέλας για τις κόρες που ‘ταν κτήτορες υπέρτατης σεμνότητας,
με τ’ ανυπόμονο Όνειδος να ελπίζει πως κάπου θα ‘βρει να κρυφθεί.
Έξαφνα, κοίτα! Ιδού η Κορίνα σ’ έν ακόλαστο, ασυγκράτητο φουστάνι,
η πανωραία κόμη της να πλαισιώνει τον λαμπρό λαιμό της,
όπως η υπέροχη Σεμίραμις εισέρχονταν στην ιδιαίτερη κάμαρά της
είτε όπως η μυθική Λαΐς, που από άνδρες μύριους αγαπήθηκε.
Το φόρεμά της έσκισα -όχι πως ντροπιάστηκε, όντας καθάρια τόσο,
πάλεψε όμως, για να κρατήσει την αμίαντη εσθήτα επάνω της.
Μα εφόσον πάλεψε χωρίς σπουδαία ελπίδα για τη νίκη,
ηττήθηκε, προδίδοντας τον εαυτό της στον εχθρό.
Κι όπως στεκόταν ενώπιόν μου, με τα ενδύματά της όλα αφαιρεμένα,
είδα ένα σώμα τέλειο σε κάθε του ίντσα:
Τι ώμους, τι έξοχα χέρια που αντίκρισα - κι αγκάλιασα!
Τι λατρεμένα στήθη που ικέτευαν να θωπευτούν!
Τι απαλή και ισόπεδη κοιλία και μία μέση στιβαρή!
Και απ’ τη πλάγια όψη της – πόσο μακρύς ο νεανικός μηρός της!
Μα γιατί μένω στα καθέκαστα? Κάθε σημείο της είν’ άξιο εγκωμίου.
Τ’ ολόγυμνο σώμα της έσφιξα επάνω στο δικό μου...
Μπορείς μόνος να συμπληρώσεις τη συνέχεια.
Αμφότεροι πλαγιάσαμε εκεί και στην φθορά επιδοθήκαμε.
Ω, ας αποδειχθούν παρόμοιου κάλλους όλα μου τ’ απογεύματα!








Μετάφραση : Αγγελική Κορρέ









Φωτογραφία : Κατερίνα Παττακού,
από τη συλλογή φωτογραφιών "Σχόλη"
Εκδόσεις Φωτοχώρος - Φωτογραφικός Κύκλος , "Μικρή Σειρά"
Αθήνα 1997