Ο ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΜΟΥ




Δεν κοινωνώ γιατί ‘ναι η γλώσσα μου κομμένη
Δεν γράφω μιας και ‘χει το χέρι μου κοπεί
Τόσο βαθιά, μέχρι τα σπλάχνα είμαι χωμένη
Στη φρικαλέα μέσα της άγνοιας σιωπή

Τα πόδια μου κομμένα από την ρίζα τους
Και παραπέρα δεν μπορώ να κάνω βήμα
Όταν τα περιστέρια απ’ την μαρκίζα τους
Του έντερού τους μου προσφέρουνε το ντύμα

Κομμένα είναι τ’ αυτιά μου και που ήχος
Λίγο να με λυτρώσει απ’ τη νεκρότητα
Που ‘ναι φριχτό της κόλασης το ψύχος
Για να το υποστείς σε μία αιωνιότητα

Τι κι αν κοπήκαν’ όλα αυτά, άκοπο μένεις
Νήμα, εσύ, μίας ζωής δυστυχισμένης!

α.κ.

Μια μέρα συζητούσα με το Θεό περί Νόμου.
Όταν Σου είπα «κόψε κάτι», δεν εννοούσα εμένα, Έξυπνε!

***

Άσχετο, αλλά επειδή σήμερα ξύπνησα μ’ αυτό το ερώτημα :
Γιατί μερικές φορές το κεφάλι αυτού που πάει για να κρεμαστεί καλύπτεται με μια μαύρη κουκούλα?
Και καλά κάποιος που καρατομείται... γιατί λένε ότι το κεφάλι μένει για λίγο ζωντανό
αφότου αποκοπεί και αφού δει το ακέφαλο σώμα, τρελαίνεται. Ο κρεμασμένος όμως
έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί να δει τον εαυτό του, οπότε προς τι όλη αυτή η μυστικοπάθεια?
Μπορεί να γίνεται για να μην δουν οι τυχόν θεατές την έκφραση του κρεμασμένου.
Αλλά και πάλι, εδώ πας να δεις έναν άνθρωπο ν’ απαγχονίζεται, η έκφραση σε μάρανε?
Όλοι όσοι παρακολούθησαν τη διαδικασία της κρεμάλας, είχαν σίγουρα μια δόση
σαδισμού μέσα τους. Οπότε, μη σου πω ότι θα γούσταραν να δουν και την έκφραση
του κακομοίρη μελλοθάνατου. Τέλος πάντων, αυτά τα κουλά πρωτόκολλα στα πλαίσια
της θανατικής ποινής, δεν τα κατάλαβα ποτέ. Εγώ πάντως, αν ήταν να κρεμαστώ,
θα ζητούσα να μη μου φορέσουν τη μαύρη κουκούλα. Έτσι, για το γαμώτο, αλλά
και για να προλάβω να ρίξω καμιά επιθανάτια χλέπα στους αποκάτω που θα με χάζευαν να ψοφάω.