Istvan Betuker, "Neighbor no 7", oil on canvas |
Έστειλες μια ωραία πρωία τον μπάτσο
Με το φλεγόμενο σπαθί
Να μας πετάξει έξω απ’ τον Παράδεισο,
Κι ούτε έλεος είδαμε, ούτε δικαιοσύνη.
Τώρα εγώ και η γυναίκα μου
Μπορεί να τραβήξαμε γι’ αλλού,Αλλά τον καρπό του Δέντρου της Γνώσης τον γευτήκαμε
Κι αυτό δεν μπορείς να το αλλάξεις.
Ούτε μπορείς ν’ αλλάξεις τ’ ότι τώρα πια γνωρίζω
Ότι ’σαι μικρός, ότι ’σαι ένα τίποτα,Όσο και αν με χαλασμό και θάνατο
Πας να περάσεις για σπουδαίος.
Ω Θεέ! Είναι για γέλια και για κλάματα:
Τώρα ζητάς την παραίτησή μας,Εσύ, ο, όπως λέμε, Κύριος των πραγμάτων,
Σωστό σπίρτο.
Κάτι μου λέει πως η άπλα της Εδέμ
Δε θα μου λείψει.Δεν ήτανε αυτός σωστός Παράδεισος –
Είχε απαγορευμένα δέντρα.
Μα τώρα διεκδικώ τα δικαιώματά μου!
Τον παραμικρό να βρω περιορισμόΚαι ο Παράδεισός σου έγινε για μένα φυλακή –
Έγινε Κόλαση.
Στον Γιώργο Μπλάνα
μτφρ. Α.Κ.
Du schicktest mit dem Flammenschwert
Den himmlischen Gendarmen,Und jagtest mich aus dem Paradies,
Ganz ohne Recht und Erbarmen!
Ich ziehe fort mit meiner
Frau
Nach andren Erdenländern;Doch dass ich genossen des Wissens Frucht,
Das kannst du nicht mehr ändern.
Du kannst nicht ändern, dass
ich weiss,
Wie sehr du klein und
nichtig,Und machst du dich auch noch so sehr
Durch Tod und Donnern wichtig.
O Gott! wie erbärmlich ist
doch dies
Consilium abeundi!Das nenne ich einen Magnifikus
Der Welt, ein lumen mundi!
Vermissen werde ich
nimmermehr
Die paradiesischen Räume;Das war kein wahres Paradies -
Es gab dort verbotene Bäume.
Ich will mein volles
Freiheitsrecht!
Find ich die g'ringste
Beschränknis,Verwandelt sich mir das Paradies
In Hölle und Gefängnis.