Χώμα η ψυχή μου και νερό, χρυσός το σώμα
Που αναζητάει πλατιά παλάμη η ηθική
Από τη λάσπη μιασμένη κι όμως στηθική
Χαρά κι έκσταση θ’ ανίχνευσε στο στρώμα
Γι’ αυτό αδηφάγες οι παλάμες μου, το στόμα
Στην ίδια εξώθησαν του βέλους ακωκή
Αν κι απ’ τις φύσεις του ανθρώπου η χοϊκή
Του Σατανά μελωδικότερο είναι σκώμμα
Όμως ο χρόνος δίχως πλούτη να κοιτά
Δίχως η λάμψη του χρυσού να τον τυφλώνει
Είτε η νιότη από δυο σώματα γδυτά,
Στέρεψε το νερό και ξέρανε το χώμα
Κι είδα την πλάση του κορμιού να ερημώνει
Που το χρυσάφι του για λίγο ήθελα ακόμα
Που αναζητάει πλατιά παλάμη η ηθική
Από τη λάσπη μιασμένη κι όμως στηθική
Χαρά κι έκσταση θ’ ανίχνευσε στο στρώμα
Γι’ αυτό αδηφάγες οι παλάμες μου, το στόμα
Στην ίδια εξώθησαν του βέλους ακωκή
Αν κι απ’ τις φύσεις του ανθρώπου η χοϊκή
Του Σατανά μελωδικότερο είναι σκώμμα
Όμως ο χρόνος δίχως πλούτη να κοιτά
Δίχως η λάμψη του χρυσού να τον τυφλώνει
Είτε η νιότη από δυο σώματα γδυτά,
Στέρεψε το νερό και ξέρανε το χώμα
Κι είδα την πλάση του κορμιού να ερημώνει
Που το χρυσάφι του για λίγο ήθελα ακόμα
α.κ.