IUS GLADII


Σε κάθε Σίβυλλα, που οι πρόγονοί της χαθήκαν στο μέγιστο του κινδύνου, κι ανθηροί κήποι δεν είχαν γι’ αυτούς τείχη από παντού ανοιχτά, αλλά μονάχα την κρίση τους, πρόληψη και προκατάληψη γίνονται ένα, με το δασύ γέλιο των σανατορίων, έναν ευκάλυπτο κι ένα κυπαρίσσι, με τους μώλωπες τους αποτυπωμένους στα καθαρότερα σεντόνια, έναν ήλιο κι ένα φεγγάρι, με το αίμα και τ’ αποστήματα, με τα ναυαγισμένα καράβια των ειδυλλίων και των επιχειρήσεων, με τους ορίζοντες που ιχνογραφούνται από χέρια αδυσώπητα, με τα τρυπημένα μάγουλα και την τρυπημένη γλώσσα μελαμψών κοριτσιών, και περασμένο από τις πληγές τους έναν ασημένιο σταυρό με σύμβολα αρχαία στα άκρα του, μια γονιμότητα, μια ειρήνη, κι άλλα δυο που δεν είναι εύκολο να τ’ αναγνωρίσω. Ένα δυνατό βλέμμα για άνδρες με σγουρούς κόλπους και λεκάνες στενές, ανίκανες πια να γεννήσουν, με συγκρατημένη τη θλίψη τους από την απόλαυση και την καταγωγή τους από την βούληση, που ντύνονται ανάλαφρα με ρούχα νοτισμένα από την υγρασία ενός μεσημεριού. Τα μόνα κοσμήματα είναι βελόνες, στα μπράτσα και στα πλευρά τους. Πότε θ’ απαλλαχθούμε απ’ όλα? Το αρχαϊκό πάθος, από την Αίγυπτο ως την Γαλλία, κλειδώθηκε στον καρπό ενός ανθρώπου θεϊκού, όπως και ο καθένας, που ανακάλυψε κάθε επιστήμη και κάθε τέχνη. Αλλά ο φόβος που προκαλεί είναι ζηλευτός και το ψεύδος του καπνογόνο, δίχως μια φλόγα ή μια σπίθα. Τρέχουμε να τον βρούμε στις σπηλιές και στα καταγώγια, κάτω από σκαλιστές μετόπες και τρούλους στο χρώμα του κεχριμπαριού. Όλα τ’ αμέτρητα, άγραφα ή ανείπωτα ονόματά μας είναι καθηλωμένα σ’ αυτά τα αετώματα και τα φύλα μας μυούνται χωριστά, αλλά σα μοσχεύματα αδελφικά σε κάτι ξένο και για τους δυο, ενωμένα. Αποσιωπώντας θα βρούμε τα χαύνα δόντια στα σκλαβοπάζαρα της ελευθερίας που μας προσφέρεται. Τέσσερα κεριά πλεγμένα σε ένα. Μεταξύ ίσων είναι τα πιο βρώμικα συμβόλαια. Ω τα φυλακτά και τα τύμπανα θεών με σώματα κυστικά και περίσσιες μύτες και περίσσια μάτια, ω τα ρόδα του μαρκασίτη, τα διαυγή φάρμακα της γης και των αστέρων, ω οι φωλιές των ιδίων με τις ανευλόγητες καντηλήθρες και τα βλάσφημα μπελονιάσματα από κλεμμένα φυτίλια νυφικά, ω οι βασκανίες, τα μάγια, οι κατάρες, οι μαντείες, οι δοξασίες, χτύπημα με τα νύχια των καθωσπρέπει κυριών και των αυθεντικών ηλιθίων κάθε γενιάς. Πώς και γιατί ανέχομαι τα πικρόχορτά τους και τη χαρώσετ, τα αγανακτισμένα σφάγια, τα εξιλαστήρια δείπνα? Ο φαλλός πρέπει να σπάσει.



Αγγελική Κορρέ