TODESENGEL


Θεομήτωρ. Η παγίδα της αιώνιας ζωής, ο θάνατος της υπόληψης, η μελωδική φωνή της αγανάκτησης, η θλίψη που οδηγεί στην παραφροσύνη. Εγώ και το μισότυφλο αριστερό μου μάτι. Ξεσκίζω μια όραση χωρίς όρια. Ο κόλπος είναι μια Χαναάν για την ευλογημένη φυλή των εραστών. Όπως βλέπεις, το αίμα από την καρατόμηση της συνοχής ξεδιψά πολύ περισσότερο από το ξύδι του Ιησού. Να επιλέγεις το θεό, που θα σ’ εγκαταλείψει νωρίτερα. Σπέρμα για ‘μένα, κοκαΐνη για τους νυχτερινούς μου φίλους. Τώρα που παραληρώ, το ασθενές μου μάτι δακρύζει κίτρινο πύον, τα δάκρυά μου, όμοια των γκρεμισμένων φύλλων του φθινοπώρου. Πόσο δυστυχισμένη η εποχή, που προορίζει την ομορφιά της για ειδωλόθυτο! Σκοτώνω με το σώμα μου, θρηνώ με τα μαλλιά μου, ευλογούμαι από τα νύχια μου, τις δέκα πορνείες των δαχτύλων. Τάισα τους ευτραφείς τράγους μου κόκκινους βλαστούς κι άφησα στο λίκνο του αγέννητου παιδιού μου ξηραμένα πόδια ορνίθων. Ο πόνος του γήρατος αγκαλιάζει τα φθαρτά μου οστά. Κοιτάζω στο παρόν και στον καθρέφτη μου ελάχιστα απέχω από το νεκρομάντη. Γλείφω μ’ αγάπη τα έντερα του δούλου μου κι ο διάβολος πουλά τα μήλα του σ’ ημίγυμνες παρθένες. Κοιμήσου, Οσιότητα, πάνω στα ηβικά κρεβάτια της Ιεζάβελ. Η σχιζοφρένεια και η μέθη είναι ένα όνειρο, μες στο οποίο βρέφη αλέθονται με βρώμικες λεπίδες και τα κομμάτια τους μοιράζονται στα στόματα των γέρων εραστών τους. Οι γύπες των αρχαγγέλων, τα φίδια της λαγνείας, οι σκύλοι του απροσδόκητου, τα ζώα της ευωχίας. Ένας τρυφερός άνδρας με δαγκώνει. Δεν είναι η έλξη των αψύχων, που κάνει μια θλιμμένη γυναίκα να ντυθεί νύφη στο πλευρό ενός νεόχτιστου τάφου. Στο υπέρογκο λίπος του σώματός της κολυμπά η απόγνωση. Πανέμορφα χαράγματα στα πόδια μου. Κόβω τη σάρκα μου, θυσία επιτρεπτή στη νύχτα. Το οικογενειακό μας γεύμα περιείχε πάντα παιδικά μέλη και περιστέρια. Από αγάπη σκελέτωσα την ολόξανθή μου κόρη. Πλάσματα μαραμένα, σταυρικά. Κάπου στο δάσος, γυμνές φυλές οργιάζουν κι ανταλλάσουν τους συντρόφους τους. Για την επιμιξία ανθρώπων και δαιμόνων έπεσε ο σατανάς και τώρα η κόλαση ευωδιάζει κάθε φορά, που χύνουμε τα ρευστά αρώματα του σώματος πάνω στις διψασμένες φλέβες των καρπών της. Πτωματοφάγοι άγγελοι με καθάρισαν από το μητρικό αίμα, μόλις γεννήθηκα. Είμαι απροστάτευτος μπροστά στη γέννησή μου. Χωρίς το θάνατο ο κόσμος μου είναι ελάχιστος.


Αγγελική Κορρέ