ΤΟΥΛΙΑ ΝΤ’ ΑΡΑΓΚΟΝΑ


[se ben pietosa madre unico figlio]

Κι η μάνα ακόμη η σπλαχνική, έχοντας χάσει
Τον μονάκριβό της, και στην καημένη της καρδιά
Έχει ένας νέος και βαρύς καημός θρονιάσει,
Μπορεί και πάλι να ’χει ανάγκη από παρηγοριά.

Κι ο στρατιώτης ακόμη ο ευγενής, σαν κινδυνεύει
Δείχνει το θάρρος που ’χει εντός του και ψυχή βαθιά
Τι κι αν τον κρατούν στη φυλακή, αυτός γυρεύει
Με δίχως πι’ άλλους τρόμους να ’βρει λευτεριά.

Κι ο καπετάνιος που πλαντάζει, στ’ άγρια νερά
Για τη θανή του που πλησιάζει, στον λυγμό,
Σθένος ζητά να σώσει να δει το λιμάνι του ξανά.

Όμως εγώ, είτε από λάθος μου είτε από κακοτυχιά
Άμα τον ήλιο μου έχανα μια μέρα τον αβρό,
Μήτε ελπίδα θα ’χα μήτε θ’ ανέμενα καν παρηγοριά.

 
Μτφρ. Α.Κ.